The strong voice of a great community

Μάϊος 2005

Πίσω στο ευρετήριο

ΚΥΠΡΟΣ: τα λύτρα της προδοσίας

 

 

  Αποκάλυψη: Ο Ρόλος της Ουάσιγκτον στην  εκστρατεία για την αποδοχή του “ΝΑΙ”.

 Ποιοι πήραν τα “ αργύρια” του ΟΗΕ για την αποδοχή του Σχεδίου Ανάν.

 

Το Ελληνικό Ίδρυμα Αμυντικής- Εξωτερικής Πολιτικής, η χρηματοδότηση για το “πρόγραμμα  της Κύπρου”, αλλά και κάποιες περίεργες συμπτώσεις...

 

Αμείλικτα ερωτήματα για το ρόλο, τις διασυνδέσεις, τη χρηματοδότηση, αλλά και τις εξαρτήσεις ελληνικών οργανώσεων και ιδρυμάτων από ξένες κυβερνήσεις ή οργανισμούς που “εργάσθηκαν” για την αποδοχή του σχεδίου Ανάν, προκύπτουν από τα στοιχεία που φέρνει στην δημοσιότητα το άρθρο αυτό, το οποίο αναδημοσιεύεται από το περιοδικό “ ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ”, στην έκδοση της 1ης του Μάη, 2005, στην σελίδα 25.

 

                                                                                            Του Μάκη Πολλάτου

 

Στις αρχές του 2004, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Ελλήνων και Τούρκων υπό τη διαμεσολάβηση των Ηνωμένων Εθνών και την εποπτεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Μπούργκενστοκ, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, είχε τονίσει κατ’ επανάληψη ότι απαιτείται επικοινωνιακή εκστρατεία, προκειμένου οι δύο κοινότητες να αγκαλιάσουν το επίλυσης του Κυπριακού.

Αλλά όμως, τι ακριβώς εννοούσε ο Κόφι Ανάν. Πόσα χρήματα διέθεσε ο Οργανισμός των Ηνωμένων  Εθνών για τη προώθηση της διευθέτησης. Ποιος ο ρόλος της Ουάσιγκτον. Πως εκταμιεύθηκαν  τα χρήματα που πρόσφεραν οι “νονοί” του σχεδίου Ανάν. Τι περιελάμβανε η καμπάνια υπέρ του “ναι”, ( για την αποδοχή του σχεδίου), και ποιοι εργάστηκαν για να μετατρέψουν τη προτίμηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελληνοκυπρίων. Τι συνέβη τελικά.

Στις 10 του Φλεβάρη του 2003, το Ελληνικό Ίδρυμα για την Αμυντική Εξωτερική Πολιτική (ΕΛΙΑΜΕΠ), αποστέλλει αίτηση ζητώντας χρηματοδότηση από το “Office for Project Services, της UNOPS, των Ηνωμένων Εθνών και συγκεκριμένα από το πρόγραμμα ανάπτυξης του ΟΗΕ, γνωστού ως United Nations Development Programme -UNDP.

Είναι γνωστό ότι η ονομασία του προγράμματος που είχε καταρτίσει το ΕΛΙΑΜΕΠ ήταν: “Building Citizen hood in a democratic Cyprus”, με την αίτησή της δε ζητούσε χρηματοδότηση ύψους 50 χιλιάδων δολαρίων από το UNDP/UNOPS.

Πρόεδρος του εν λόγω ιδρύματος είναι ο Λουκάς Τσούκαλης και γενικός του διευθυντής ο καθηγητής Θεόδωρος Κουλουμπής. Την αίτηση προς τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών  υπογράφει κάποιος Φίλιππος Σαββίδης, ο οποίος εργάζεται ως ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Στο εισαγωγικό μέρος της αίτησης και στην περιγραφή του προγράμματος αναφέρεται ότι “ σκοπεύει να παρέχει στους Κύπριους πολίτες τα εργαλεία για να επιτευχθεί ανοχή και αμοιβαία κατανόηση μεταξύ όλων των κοινοτήτων της νήσου, τα οποία θα είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις για ενεργή συμμετοχή στις υποθέσεις της Ε.Ε.”.

Οι κύριες δραστηριότητες του προγράμματος προσδιορίζονταν σε ένα Συνέδριο, δύο εργαστήρια και εκδόσεις έντυπου υλικού. Στις 19 Σεπτεμβρίου του 2003, ο γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ καθηγητής Κουλουμπής, προσκάλεσε τον Τουρκοκύπριο πολιτικό  Μουσταφά Ακιντζί σε “συνέδριο” το οποίο επρόκειτο να πραγματοποιηθεί από τις 26 μέχρι 28 Σεπτεμβρίου του 2003, στη Λευκωσία. Όπως αναφέρεται στην επιστολή του Κουλουμπή, “στο συνέδριο θα τεθούν ζητήματα όπως: οι ιδιότητες των πολιτών σαν ένα μονοπάτι προς τη συμφιλίωση σε διχοτομημένες κοινωνίες όπως η Κύπρος”.

Από που όμως βρέθηκαν τα χρήματα για τη διοργάνωση αυτού του συνεδρίου; Έλαβε το ΕΛΙΑΜΕΠ τα κονδύλια που ζήτησε από τον ΟΗΕ;

Ένα δεύτερο ενδιαφέρον στοιχείο το οποίο αναφέρεται στην επιστολή Κουλουμπή είναι  ότι το συνέδριο διοργάνωσαν από κοινού το ΕΛΙΑΜΕΠ, το International Peace Research Institute Oslo (PRIO), με το Istanbul Policy Center (IPC).

Το Τουρκικό ίδρυμα είναι παράρτημα του Πανεπιστημίου Σαπαντζί, με το οποίο το ΕΛΙΑΜΕΠ είναι συμβεβλημένο για την υλοποίηση του ευρωπαϊκού προγράμματος στο πλαίσιο των προσπαθειών για τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας. Το PRIO χρηματοδοτήθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη για να ανατυπώσει αντίγραφα του Σχεδίου Ανάν, καθώς επίσης και ανέλαβε τη διανομή φυλλαδίων στους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους. Για έναν όμως παρόμοιο οργανισμό, εύλογα δημιουργείται το ερώτημα για το εάν και κατά πόσον δημιουργεί κάποιου είδους παράληψη η σύγκρουση ενδιαφερόντων ή ακόμη και παρατυπία η ανάληψη ενός παρόμοιου προγράμματος επί αμοιβή, κάτι που γίνεται πολύ ποιό έντονο όταν ο υποτιθέμενος εργοδότης είναι αυτά τα Ηνωμένα Έθνη.

Παράλληλα, είναι επόμενο να δημιουργούνται και θέματα ηθικής τάξης, άπαξ και οι ακαδημαϊκοί που υποτίθεται ότι προσπαθούν να επιτύχουν ένα “αντικειμενικό διάλογο”, εμφανίζονται να χρηματοδοτούνται για τη διοργάνωση εκδηλώσεων τους από τα Ηνωμένα Έθνη, που στη περίπτωση της Κύπρου εμφανίζονται ο κύριος μοχλός  προς την κατεύθυνση αποδοχής του Σχεδίου Ανάν  από τους ψηφοφόρους των δύο εθνικών κοινοτήτων, των Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

Η κατάσταση αυτή περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, από το γεγονός ότι τα ποσά αυτά που υποτίθεται προέρχονταν από τα Η.Ε, στην πραγματικότητα  δινόντουσαν από την  Πρεσβεία των Ηνωμένων Πολιτειών.

 

                O “πρωταγωνιστής” εκπαιδεύει τώρα (και) διπλωμάτες

Στην έκθεση Nathan, η οποία κοινοποιήθηκε στις 25 Μαΐου του 2004 και αξιολογούσε τα “διακοινοτικά αναπτυξιακά προγράμματα” στην Κύπρο, αναφέρεται ότι η PRIO (International Peace Research Institute Oslo), χρηματοδοτήθηκε για να εκτυπώσει αντίγραφα του Σχεδίου Ανάν. Η έκθεση της εταιρείας NATHAN προς την Αμερικανική Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης, (United States Agency for International Development-UNDP), είναι αποκαλυπτική. Αναφέρει ότι το Bi-communal Development Program (BDP), ξεκίνησε το 1998 ως μια τετραετής (1998-2001) οικονομική βοήθεια προς τις δύο κοινότητες της Κύπρου, με συνολικό προϋπολογισμό 30 εκατομμύρια δολάρια. Η αρχική  διάρκεια του προγράμματος επιμηκύνθηκε μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2004 και το ύψος της χρηματοδότησης  ανέβηκε στα 60 εκατ. Δολάρια.

 

Από που όμως προέρχονταν τα χρήματα αυτά; Από το USAID, δηλαδή από το επίσημο ταμείο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Όπως προκύπτει από την έκθεση της εταιρείας ΝΑΤΗΑΝ, τα αιτήματα του ΕΛΙΑΜΕΠ,(Ελληνικό ίδρυμα για την Αμυντική και Εξωτερική Πολιτική), και άλλων οργανώσεων για οικονομική ενίσχυση από το UNDP/UNOPS, στην πραγματικότητα υποβάλλονταν προς την Ουάσιγκτον.

Η Αμερικανική πρεσβεία στη Λευκωσία αποφάσιζε που θα διατεθούν τα χρήματα και η Αμερικανική κυβέρνηση κάλυπτε τα σχετικά κονδύλια.

Αυτό γίνεται απόλυτα αντιληπτό από την σχετική αναφορά ότι: “το BDP είναι ένα πολιτικό πρόγραμμα χρηματοδοτούμενο κυρίως από τις Ηνωμένες πολιτείες για την προώθηση των επαφών και της συνεργασίας μεταξύ ελληνοκυπριακών και τουρκοκυπριακών οργανισμών, Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων και πολιτών”.

Οι οργανισμοί, λοιπόν, χρηματοδοτούνταν με καθαρά “αξιοκρατικά” κριτήρια μόνο, στην πραγματικότητα δε εφόσον είχαν τοποθετηθεί με σαφήνεια υπέρ του Σχεδίου Ανάν. Σύμφωνα με την σχετική αναφορά του συντάκτη της έκθεσης NATHAN: “οι Ελληνοκύπριοι που ψηφίζουν υπέρ της έγκρισης του Σχεδίου,- πρέπει να προπαγανδιστεί ότι-, ψηφίζουν υπέρ της ειρήνης”.

To ΕΛΙΑΜΕΠ δεν είναι ο μοναδικός ελληνικός ή κυπριακός φορέας που θέλοντας να καταπιαστεί με την επίλυση του Κυπριακού, ζήτησε χρηματοδότηση από τις Ηνωμένες πολιτείες, υποβάλλοντας τυπικά το αίτημα στον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, έτσι ώστε να διατηρηθούν τα προσχήματα.

Σε μια άλλη παρόμοια περίπτωση είναι γνωστό ότι η Κυπριακή Κίνηση Πολιτικού Εκσυγχρονισμού ζήτησε 188 χιλιάδες δολάρια για να δημιουργήσει ένα διακοινοτικό, διαδικτυακό φόρουμ στην ελληνική, τουρκική και αγγλική γλώσσα, με σκοπό να παρέχει δυνατότητα έκφρασης στους πολίτες της Κύπρου.

Ημερομηνία ολοκλήρωσης και αυτού του προγράμματος ήταν η 1η Μαΐου του 2004, δηλαδή η ημέρα που η Κύπρος κατέστη επισήμως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο επικεφαλής της Κίνησης Πολιτικού Εκσυγχρονισμού και πρώην κυβερνητικός εκπρόσωπος της Λευκωσίας Χρήστος Στυλιανίδης, παραδέχθηκε δημοσίως ότι πήρε 50 χιλιάδες δολάρια από τη UNOPS. Τι συμβαίνει όμως με το ΕΛΙΑΜΕΠ, πήρε ή όχι τις 50 χιλιάδες δολάρια που ζήτησε από την Ουάσιγκτον. Βέβαια το ποσό αυτό μπορεί να χαρακτηρισθεί μικρό, ή ακόμη και να επικαλεστεί κάποιος ότι οι δραστηριότητες που ενισχύονται από τα Ηνωμένα Έθνη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι δυνατό να ενοχοποιήσουν την ηγεσία του ΕΛΙΑΜΕΠ. Αυτά όμως είναι ένα μικρό μέρος της πραγματικότητας δεδομένου ότι υπάρχουν και άλλες “συμπτώσεις” που ζητούν απαντήσεις, όπως η τοποθέτηση του ιδίου του γενικού διευθυντή του ΕΛΙΑΜΕΠ υπέρ της αποδοχής του Σχεδίου Ανάν.  Ένα δεύτερο γεγονός είναι το ότι ο καθηγητής Κουλουμπής σήμερα υπηρετεί παράλληλα σαν διευθυντής στη Διπλωματική Ακαδημία του Υπουργείου Εξωτερικών, προετοιμάζοντας, προφανώς, τη μελλοντική διπλωματική ηγεσία της χώρας. Αλλά όμως ένα ερώτημα παραμένει έντονο στην σκέψη, το εάν και κατά πόσο η λήψη χρημάτων από την Ουάσιγκτον για την προώθηση των συμφερόντων  και την λαϊκή αποδοχή του Σχεδίου Ανάν, συνάδει με τα ακαδημαϊκά καθήκοντα του δωρολήπτη,καθώς επίσης και τη γνωμοδότηση των προτεινόμενων διευθετήσεων με βάση αξιολογικά κριτήρια.

Περιμένουμε απαντήσεις.

 

 

Το άρθρο αυτό έχει εμφανισθεί αρχικά στο περιοδικό “ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ”των Αθηνών, στην έκδοση της πρώτης Μαΐου του 2005, από όπου και το αναδημοσιεύει η επιθεώρηση “Πατρίδες”