The strong voice of a great community

Μάϊος 2005

Πίσω στο ευρετήριο

  ΚΑΝΑΔΑΣ :  Μπροστά στο Μεγάλο Δίλημμα

 Του Γιάννη Στεφ. Σαραϊδάρη

 

 

Ήταν μια πραγματικά τραγική στιγμή στην πορεία για τη διαμόρφωση των δημοκρατικών ηθών και αξιών της χώρας.

Η πρόταση μομφής της αξιωματικής αντιπολίτευσης του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου του Καναδά της περασμένης εβδομάδας, στην πραγματικότητα ήταν κάτι πολύ ποιο σοβαρό από μια απλή πρόταση μομφής, για τους πολιτικούς παρατηρητές αποτελούσε μια πραγματική εικόνα των πολιτικών προβλημάτων που συνεχίζουν να ταλαιπωρούν την ομοσπονδία.

Η ψηφοφορία πάνω στην πρόταση εμπιστοσύνης ενάντια στην κυβέρνηση των Φιλελεύθερων του Πολ Μάρτιν, διεξάχθηκε κάτω από τόσο δραματικές συνθήκες που θα μπορούσε να ισχυρισθεί ο παρατηρητής ότι πλησίασαν τα όρια αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, με τον “από μηχανής θεό” τελικά την Μπελίντα Στόναχ, να επιφέρει την “κάθαρση” με την  προσχώρησή της στο στρατόπεδο των Φιλελευθέρων και την διάθεση της ψήφου ενάντια στην πρόταση των Συντηρητικών.

Τα  “σύννεφα της καταιγίδας”, ως γνωστόν, άρχισαν να συγκεντρώνονται εδώ και μερικές εβδομάδες, όταν ο Stephen Harper, ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ύστερα από κοινή συμφωνία με την ομάδα των διασπαστών του Κεμπέκ έκανα φανερή τη πρόθεσή τους να ρίξουν την κυβέρνηση, με το πρόσχημα ότι αυτή έχασε κάθε ηθικό έρεισμα διακυβέρνησης της χώρας λόγω των αποκαλύψεων που έγιναν στην έρευνα του δικαστή John Gomery. Η αλήθεια ωστόσο είναι διαφορετική. Έχοντας υπ’ όψη την μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια μεταξύ των Καναδών ψηφοφόρων, εξ αιτίας των αποκαλύψεων των σκανδάλων, τόσο ο Χάρπερ, όσο και ο ηγέτης της ομάδας Κεμπεκουά, πίστεψαν ότι τώρα ήταν η κατάλληλη στιγμή να καταψηφισθεί η κυβέρνηση Μάρτιν και να προκηρυχθούν νέες εκλογές. Η ελπίδα των δύο ηγετών της αντιπολίτευσης ήταν λόγω της δυσαρέσκειας των ψηφοφόρων του Κεμπέκ, οι Φιλελεύθεροι επρόκειτο να πάθουν πανωλεθρία καθώς τις έδρες τους στο Κεμπέκ επρόκειτο να πάρουν οι διασπαστές.

Οι οιωνοί δεν φαινόταν καλύτεροι και για το Οντάριο, τη μεγάλη εκλογική βάση των Φιλελευθέρων, όπου οι δημοσκοπήσεις  ανάφεραν ότι ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων δεν επρόκειτο να ψηφίσει τους Φιλελευθέρους.

Έτσι ξεκίνησε ένας πολιτικός μαραθώνιος από τις δύο  πλευρές για την αλλαγή της πολιτικής κουλτούρας της χώρας.

Πρώτα ο πρωθυπουργός Πόλ Μάρτιν, με ένα ξαφνικό τηλεοπτικό του μήνυμα κατήγγειλα στο Καναδικό Κοινό τους προγραμματισμούς της αντιπολίτευσης και υποσχέθηκε την προσφυγή στις εκλογές ένα μήνα μετά την δημοσίευση του πορίσματος του δικαστή Gomery. Παράλληλα ο ομιλητής σε συνεργασία και από κοινού με τον αρχηγό των Σοσιαλιστών  Τζακ Λέϊτον προχώρησε στην τροποποίηση των προβλέψεων του προϋπολογισμού, προσθέτοντας νέες δαπάνες ύψους σαράντα δις. δολαρίων για την ενίσχυση προγραμμάτων κοινωνικής ανάγκης.

 

 

 

Η κίνηση αυτή του κ. Μάρτιν, όπως ήταν επόμενο, εξαγρίωσε τους νεοσυντηρητικούς του Χάρπερ, οι οποίοι άρχισαν ανοικτά πλέον την προεκλογική τους εκστρατεία, βέβαιοι για την κοινοβουλευτική τους νίκη.

Ο Πρωθυπουργός από την δική του σκοπιά επικέντρωσε τη δική του στρατηγική πάνω στην ενημέρωση των Καναδών ψηφοφόρων.

Θα πρέπει να τονισθεί ότι μεταξύ άλλων προχώρησε σε μια σειρά συνεντεύξεων με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης του αγγλόφωνου τύπου, και παράλληλα είχε συζήτηση “στρογγυλής τράπεζας”, με την διοίκηση της Ένωσης Συντακτών του Τύπου των Εθνικοτήτων του Καναδά.

Κατά την διάρκεια των τριών ωρών που διάρκεσε εκείνη η συνάντηση έγινε πλήρης ανάλυση της πολιτικής σκηνής και ζητήθηκε η βοήθεια των μελών της Ένωσης για να αποφευχθούν δυσάρεστες καταστάσεις. Από τη δική τους πλευρά οι παριστάμενοι έκφρασαν στον Πρωθυπουργό τους προβληματισμούς τους και ζήτησαν την συμπαράσταση της Κυβέρνησης για την επίλυση των σοβαρών προβλημάτων που απασχολούν τη βιομηχανία.

Τελικά παίρνοντας το λόγο ο πρόεδρος του οργανισμού, τόνισε ότι σύμφωνα με προσωπικές του επαφές και εμπειρίες η πλειοψηφία των Καναδών ψηφοφόρων είναι αντίθετη με την άμεση προσφυγή σε εκλογές. “Είναι βέβαιο”, τόνισε ο Θωμάς Σάρας, “ ότι επιθυμία όλων είναι η δημοσιότητα των απόψεων του δικαστή, ώστε να γνωρίζουν ποιοι είναι οι ένοχοι των σκανδάλων και θέλουν επίσης να δουν παραπομπές στη δικαιοσύνη για αυτά.”  Ο Πρωθυπουργός για άλλη μια φορά ευχαρίστησε τον ομιλητή και διαβεβαίωσε τους παριστάμενους για την απόφασή του να επιφέρει κάθαρση.

Την  ίδια μέρα, ώρες νωρίτερα, η διοίκηση της Ένωσης συναντήθηκε με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ Χάρπερ, και είχε την ευκαιρία σε μια συζήτηση στρογγυλής τραπέζης, να εκθέσουν τα μέλη την δική τους άποψη γύρω από την διαμόρφωση των πολιτικών πραγμάτων της χώρας. Παρά την έκφραση σκεπτικισμού από ορισμένα μέλη και την ξεκάθαρη αναφορά του προέδρου στην θέληση της πλειοψηφίας των ψηφοφόρων για την αποφυγή εκλογών, ο ηγέτης των Συντηρητικών δήλωσε ότι στην επόμενη συνεδρίαση του κοινοβουλίου το κόμμα του θα κατέθετε πρόταση μομφής, “επειδή πίστευε ότι η κυβέρνηση του κ. Μάρτιν δεν είχε το ηθικό έρεισμα για την άσκηση της εξουσίας”.

Ακολούθησε ένα μικρό διάστημα “πολιτικής ανακωχής”, καθώς οι τέσσερις ηγέτες των πολιτικών κομμάτων του Καναδικού κοινοβουλίου από κοινού αποφάσισαν να συμμετάσχουν σε προσκύνημα για τα εξήντα χρόνια από το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, πηγαίνοντας στην Ευρώπη.

Η επιστροφή τους πίσω στο Καναδά δημιούργησε νέα ένταση, καθώς νέες δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης των ψηφοφόρων έδειξαν αλλαγή  των προτιμήσεων της πλειοψηφίας των Καναδών, υπέρ της Κυβέρνησης των Φιλελευθέρων. Μεσολάβησε ένα μικρό διάστημα έντασης καθώς την παραμονή της επικίνδυνης για την κυβέρνηση ψηφοφορίας, ο Πρωθυπουργός παρουσίασε στο σώμα των δημοσιογράφων του εθνικού κοινοβουλίου την βουλευτή των Συντηρητικών Μπελίντα  Στόναχ, η οποία προσχώρησε στους Φιλελευθέρους και μάλιστα διορίστηκε Υπουργός Ανθρώπινου Δυναμικού, της Κυβέρνησης του Πολ Μάρτιν.

Από την δική της πλευρά η κυρία Στόναχ, τόνισε ότι υποχρεώθηκε να προσφύγει σε αυτό το δραματικό μέτρο, προκειμένου να αποτρέψει την προσπάθεια των Συντηρητικών και Διασπαστών του Καναδά, να ρίξουν τη Κυβέρνηση. Κάτι που σύμφωνα με την ίδια θα είχε τρομερές επιπτώσεις για το μέλλον και την ύπαρξη του Καναδά.

Η κυρία Στόναχ, ως γνωστόν είναι κόρη γνωστού δισεκατομμυριούχου βιομηχάνου του Καναδά, η οποία παραιτήθηκε από την διοίκηση της εταιρίας του πατέρα της, με αμοιβή  επτά και μισού εκατομμυρίων το χρόνο, προκειμένου προκειμένου να πολιτευτεί. Ήταν μάλιστα και μία των υποψηφίων για το αξίωμα του ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, νικήθηκε, όμως, από το Stephen Harper, και δέχθηκε να υπηρετήσει το κόμμα ως Βουλευτής.

Το βέβαιο είναι ότι η κ. Στόναχ δεν τα πήγαινε και τόσο καλά με τον αρχηγό του κόμματος της, ο οποίος φρόντιζε κάθε φορά να δείχνει την δυσαρέσκεια του αυτή.

Με το καιρό η Μπελίντα αποφάσισε να εγκαταλείψει τη πολιτική ή να προσχωρήσει σε  κόμμα της αντιπολίτευσης των Συντηρητικών, έτσι της δόθηκε η μοναδική ευκαιρία  με την προσχώρησή της στους Φιλελεύθερους να κρατήσει στην εξουσία την κυβέρνηση, ενώ παράλληλα με την αιτιολόγηση της πράξης της, δημιούργησε πραγματικό πρόβλημα προσωπικά στον Stephen Harper, για τον οποίο άφησε να πιστευτεί ότι προκειμένου να ικανοποιήσει τα πολιτικά του σχέδια, απεργάζεται δεινά για το Καναδά. Αξίζει να τονισθεί ακόμα ότι αμέσως μετά την ορκωμοσία της σε Υπουργό η κ. Στόναχ, δήλωσε ότι δεν πρόκειται να δεχθεί μήτε δεκάρα από το ποσό των 250.000 της Υπουργικής της αποζημίωσης και ότι τα χρήματα αυτά θα τοποθετούνται σε ειδικό ταμείο προκειμένου να διατίθενται για φιλανθρωπικού σκοπούς.

Η πραγματικότητα είχε πλέον καταδικάσει σε αποτυχία την προσπάθεια των Συντηρητικών, οι οποίοι από κοινού με τους βουλευτές της διασπαστικής ομάδας Κεμπεκουά, προχώρησαν στην ψηφοφορία για την μομφή εναντίον της κυβέρνησης.

Το αποτέλεσμα υπήρξε δραματικό. Παρά τις ελπίδες των Συντηρητικών ότι τελικά θα είναι οι νικητές, η πρόταση απορρίφτηκε με διαφορά μιας ψήφου προς όφελος της κυβέρνησης.

Το αποτέλεσμα υπήρξε σαν ένα κάθαρσης του πολιτικού σκηνικού, δημιουργώντας σοβαρές επιπτώσεις πάνω στο πολιτικό μέλλον και την ηγεσία του Stephen Harper, του οποίου οι πολιτικοί αντίπαλοι που εποφθαλμιούν τη θέση του, είναι βέβαιο θα ενδυναμώσουν τις προσπάθειες  τους  εναντίον του.

Το περίεργο είναι ότι ακόμα και εάν οι Συντηρητικοί είχαν κερδίσει τη μάχη της μομφής και έπεφτε η κυβέρνηση με αποτέλεσμα την άμεση προκήρυξη εκλογών, οι δημοσκοπήσεις διαβεβαιούν ότι από αυτές θα είχαμε το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα με μικρό προβάδισμα των Φιλελευθέρων. Οι μόνοι που πραγματικά θα ήταν κερδισμένοι από αυτές είναι η ομάδα Κεμπεκουά, η οποία ενδυναμωμένοι με τη ψήφο του γαλλόφωνου Κεμπέκ, είναι βέβαιο θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα για την Καναδική ομοσπονδία.

Κάτω από αυτές τις διαμορφώσεις, το όλο πολιτικό σκηνικό της χώρας αρχίζει να διαμορφώνει νέες πιθανότητες, καθώς σε μερικές μόνο μέρες διενεργούνται αναπληρωματικές εκλογές για την κάλυψη καινής θέσης βουλευτή ο οποίος πέθανε αμέσως μετά την εκλογή του. Η έδρα βασικά ανήκε στους Φιλελευθέρους, και η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα την ξανακερδίσει. Εάν όμως συμβεί κάτι τέτοιο, είναι βέβαιο ότι πραγματικά το πολιτικό παιγνίδι έχει χαθεί για τους Συντηρητικούς. Σε αντίθετη περίπτωση, οι προβλέψεις ισχύουν για την κυβέρνηση των Φιλελευθέρων του κ. Μάρτιν.

Από τη δική τους πλευρά, οι Καναδοί ψηφοφόροι περιμένουν υπομονητικά να περάσει ο προϋπολογισμός της Κυβέρνησης, με την ελπίδα ότι με τα τελευταία μέτρα που επέβαλαν οι σοσιαλιστές του NDP, θα αισθανθούν και οι ίδιοι κάποια διέξοδο στα δικά τους καταπιεστικά προβλήματα της καθημερινότητας.

Το ελπίζουμε.