The strong voice of a great community
Μάρτης, 2008

Πίσω στο ευρετήριο

 

Μακεδονικό: “ Ενάντια στη πολιτική της μειοδοσίας των πολιτικών και διπλωματών”.

                             Του Θωμά Στεφ. Σάρα

 

“Σου υπόσχομαι ότι θα σε καταστρέψουμε. Θα σε γελοιοποιήσουμε στην ομογένεια. Θα σε κυνηγήσουμε από τις κοινότητες, τους συλλόγους, θα δώσουμε εντολή σε όλους να σε κρατήσουν σε απόσταση. Θα σε ξευτελίσουμε, αντιλαμβάνεσαι ότι με αυτά που κάνεις καταστρέφεις ολόκληρη την κυβερνητική πολιτική των Αθηνών. Θα ευχόμουν να μπορούσα να σου στερήσω την ιθαγένειά σου..” Ήταν τα λόγια του Ηλία Ηλιόπουλου , υπαλλήλου της υπηρεσίας πληροφοριών των Αθηνών, ο οποίος υπηρετούσε στο γενικό προξενείο του Τορόντο, στην προσπάθειά του να με εκφοβίσει ώστε να πάψω να ασχολούμαι με το Μακεδονικό και το κίνημα των σλαβόφωνων νότιο-Σλάβων του Καναδά.

Η συζήτηση έγινε κατά την διάρκεια συνάντησής μας σε εστιατόριο του Τορόντο, ύστερα από αρθρογραφία μου στην επιθεώρηση Πατρίδες, ότι τα υπουργεία Τύπου και Τουρισμού της Τουρκίας, είχαν εκδώσει και κυκλοφορούσαν στην βόρειο Αμερική χάρτες της χώρας τους στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, της δυτικής Θράκης, και των κατεχόμενων εδαφών της Κύπρου με τούρκικα ονόματα, δημιουργώντας την εντύπωση στον παρατηρητή ότι ανήκουν στην Τουρκική επικράτεια.

Η Μυτιλήνη  αναφερόταν ως “Midilli” ή “Lestros”, η Χίος ως “Sakiz”, η Σάμος ως “Sisam”, Istankoy  κ.λ.π.

                                     Επίσκεψη Νίκου Μάρτη

Ομολογώ ότι η αποκάλυψη εκείνη δημιούργησε πραγματική έκρηξη αγανάκτησης κυρίως στην ηγεσία των Ελληνικών κοινοτήτων των ΗΠΑ, καθώς εκείνες του Καναδά δεν έδειχναν καμία διάθεση να έλθουν σε αντίθεση με την Αθήνα. Μια εβδομάδα αργότερα, εξ άλλου, μετά την συνάντηση που είχα με τον υπάλληλο του γενικού προξενείου το Τορόντο επισκέφθηκε ο τότε Υπουργός Βορείου Ελλάδας Νικόλαος Μάρτης, από τα έμπιστα στελέχη της κυβέρνησης Καραμανλή, των Αθηνών. Τον υπουργό συνόδευε στο ταξίδι του εκείνο ο διευθυντής του διπλωματικού του γραφείου, πρώην πρόξενος στο Τορόντο Απόστολος Παπασλιώτης. Ζήτησα χρόνο για μια προσωπική συνέντευξη με τον επισκεπτόμενο πολιτικό. Όπως ήταν επόμενο η απάντηση ήταν αρνητική.

Αναγκάσθηκα να στραφώ στην μεγάλη ημερήσια αγγλόφωνη του Τορόντο, την “Toronto Star”, η σύνταξη της οποίας δέχθηκε να στείλει έναν συντάκτη της εφημερίδας να συνομιλήσει με τον Υπουργό. Πραγματικά ο Υπουργός δέχθηκε να δώσει την συνέντευξη στον συντάκτη της Τορόντο Σταρ Joe Serge. Λίγο πριν την συνάντηση έδειξα στον δημοσιογράφο τους Τουρκικούς χάρτες και φωτογραφίες από τις ανθελληνικές κινητοποιήσεις των Σλάβων με έναν τεράστιο χάρτη της Μακεδονίας με σλάβικα τοπωνύμια. Ο χάρτης συμπεριλάμβανε και την Ελληνική Μακεδονία. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε σε κεντρικό ξενοδοχείο του Τορόντο, πίσω από το δημαρχείο της πόλης, παρουσία του διευθυντή του διπλωματικού γραφείου του Υπουργού και του Ηλία Ηλιόπουλου. Ο Υπουργός όπως περίμενα, δικαιολόγησε τα πάντα. Για τους χάρτες της Τουρκίας δήλωσε ότι αυτά επιτρέπονται μεταξύ γειτόνων, όταν μάλιστα πρόκειται για τουριστική προσπάθεια η οποία αναμένεται να βοηθήσει και τις δύο πλευρές. Επομένως τόνισε δεν προκαλεί κανέναν προβληματισμό στην κυβέρνηση των Αθηνών, έστω και εάν τα τοπωνύμια αναγράφονται σε μια άλλη γλώσσα.

Όσο για την προπαγάνδα των Σλαβόφωνων τόνισε ότι στην πραγματικότητα πρόκειται περί μικρών ομάδων εξτρεμιστών, χωρίς καμία ιδιαιτερότητα, οι οποίες προσπαθούν να διαταράξουν τις σχέσεις καλής γειτονίας μεταξύ Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας. Οι απαντήσεις του Υπουργού, οφείλω να τονίσω μου προξένησαν εμετικές διαθέσεις, πήρα τον αγγλόφωνο συνάδελφο και φύγαμε. Την επομένη η εφημερίδα Σταρ έγραφε ότι Έλληνας Υπουργός δέχεται την παραποίηση της συνοριακής γραμμής της Ελλάδας από την Τουρκία και δεν ανησυχεί για την προπαγάνδα των σλαβόφωνων της Γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας.

Με αφορμή εκείνη την επίσκεψη, αναγκάσθηκα και πάλι να στραφώ στην Αθήνα και να στείλω μια σειρά από χάρτες της Τουρκίας με τα νησιά στον ίδιο τον πρωθυπουργό. Έγινε του χαμού, καθώς η κυβέρνηση πραγματικά προχώρησε σε επίσημο διάβημα ζητώντας να αποσυρθούν οι χάρτες. Για άλλη μια φορά οι διπλωμάτες της Αθήνας στο Τορόντο πιάστηκαν στον ύπνο.

                                     Συκοφαντική Εκστρατεία 

Δεν πέρασε καιρός από εκείνα τα γεγονότα όταν μέρες αργότερα τυχαία συναντήθηκα με τον συμπάροικο Χάρη Τσαουσίδη, πρόεδρο του συλλόγου Κοζάνης Τορόντο, τον χαιρέτησα και μου ανταπόδωσε τον χαιρετισμό, ύστερα κοντοστάθηκε και δήλωσε ότι ήθελε να μου πει κάτι σοβαρό. Κοντοστάθηκα και του δήλωσα ότι τον ακούω. “ Άκουσε”, τόνισε, “ο γενικός πρόξενος στο Τορόντο καλεί τους προέδρους των ομογενειακών συλλόγων και τους δίνει εντολές να μην σου μιλούν και να μην σε καλούν στις εκδηλώσεις τους επειδή συνεργάζεσαι με ανθέλληνες και δημιουργείς προβλήματα στην πολιτική της Ελλάδας, και ζητάει σε περίπτωση που διορισθείς σε κάποια κυβερνητική θέση να προβούν αμέσως σε διαβήματα διαμαρτυρίας  στην υπεύθυνη για τον διορισμό κυβέρνηση του Καναδά. Προσωπικά,” πρόσθεσε, “ διαφώνησα μαζί του και του δήλωσα ότι αυτό που κάνει είναι ανήθικο, και ότι εάν έχει κάτι μαζί σου καλά θα κάνει να  βρει μόνος του τη λύση χωρίς να περιπλέκει άλλους. Εκείνος είναι εδώ για ένα μικρό χρονικό διάστημα και μετά θα μετατεθεί άλλου, ενώ εσύ και εγώ θα παραμείνουμε εδώ για το υπόλοιπο της ζωής μας,” συμπλήρωσε. Ευχαρίστησα τον Χάρη και τον ρώτησα εάν γνωρίζει και κάποιον άλλο που να είχε κληθεί, και φυσικά γνωρίζω, ήταν η απάντηση, ήμασταν  σχεδόν όλοι οι πρόεδροι των συλλόγων της Παμ-Μακεδονικής Τορόντο. Το κακό είναι ότι οι υπόλοιποι άκουγαν χωρίς να ανοίξουν το στόμα τους, ο μόνος που  του τα είπε έξω από τα δόντια ήμουν εγώ, τόνισε. Χαμογέλασα, τον ευχαρίστησα και συνέχισα το δρόμο μου.

Πραγματικά όταν το 1989, διορίσθηκα σύμβουλος της κυβέρνησης για υποθέσεις πολύ-πολιτισμού, πραγματικά ξεσηκώθηκε μια θύελλα διαμαρτυριών από τους “άρχοντες” της οργανωμένης ομογένειας με προσωπικές τους επιθέσεις εναντίον μου. Το ωραίο είναι ότι έλαβα εκείνο τον διορισμό ως εκδότης της επιθεώρησης και μέλος του εκτελεστικού της διοίκησης του πολύ-εθνικού τύπου του Καναδά. Ένας διορισμός που δεν είχε να κάνει τίποτα με την σεληνική κοινότητα ή και την δική μου καταγωγή.

Το ίδιο διάστημα  πληροφορήθηκα ότι κάποιος γνωστός παρακρατικός “εθνικιστής”, παρουσίαζε στους ομογενείς σε φωτοτυπία κάποια δήθεν “ποινική καταδίκη” μου στην Ελλάδα. Μολονότι παρακάλεσα έναν αριθμό ομογενών να πάρουν ένα φωτοαντίγραφο του εγγράφου, δυστυχώς ο κάτοχος του δεν άφηνε να πάει στα χέρια κανενός. Στο σημείο αυτό οφείλω να ομολογήσω ότι άρχισα να αμφιβάλω και ο ίδιος για τον εαυτό μου. Στράφηκα λοιπόν στην εισαγγελία Θεσσαλονίκης και ζήτησα να μου σταλεί πρόσφατο αντίγραφο του ποινικού μου μητρώου. Η απάντηση ήταν σχεδόν άμεση. Έλαβα το πιστοποιητικό το οποίο διαβεβαιούσε ότι το ποινικό μου μητρώο ήταν λευκό. Όπως ήταν επόμενο αντιλήφθηκα ότι οι απειλές του Ηλία Ηλιόπουλου, κάθε άλλο παρά αποτελούσαν εκφραστικό σχήμα, αλλά μάλλον είχε αρχίσει εναντίον μου ένας εξοντωτικός πόλεμος. Το ίδιο διάστημα, εξ άλλου, κάποιο παροικιακό έντυπο, γνωστού “δημοσιογράφου αρχών και ηθικού αναστήματος”, άρχισε να επιτίθεται χωρίς λόγο εναντίον της επιθεώρησης και εμού προσωπικά αφήνοντας να σχηματισθούν εντυπώσεις ότι ήμασταν πληρωμένα όργανα κάποιας άγνωστης ανθελληνικής υπηρεσίας και προσπαθούσαμε να  παραπληροφορήσουμε την κοινή γνώμη της ομογένειας για τους δήθεν κινδύνους για την Μακεδονία. Κύριος χαρακτηρισμός της ημέρα ήταν ότι “ο Σάρας ήταν όργανο του Γκλιγκόροφ και προωθούσε τα σχέδια των Σκοπιανών”. Ήταν μια πραγματικά μαύρη περίοδος για την παροικία ενδεικτική του βαθμού ηθικής σήψης των ταγών του ΥπΕξ και των οργάνων τους στο Τορόντο. Φτάσανε μάλιστα μέχρι του σημείου να τρέχουν στα διάφορα σημεία και καταστήματα που αφήναμε την επιθεώρηση, από όπου και σήκωναν τα φύλλα για να τα καταστρέψουν. Μοναδικό μέλημά τους ήταν να μην ενημερωθεί η ομογένεια για τα “σημεία και τέρατα” που γινόταν σε βάρος της.

 Θυμάμαι ότι το ίδιο διάστημα , κάποιος κουλτουριάρης ηλεκτρολόγος ο οποίος παρουσιαζόταν ως πολιτικός αναλυτής, με διασυνδέσεις κομματικές και προσβάσεις προξενικές άρχισε να μου επιτίθεται αποκαλώντας με “Δον Κιχώτη” και ότι έβλεπα φαντάσματα καθώς πάλευα με τα “αερικά της φαντασίας μου.”  Σύμφωνα μάλιστα με διασταυρωμένες πληροφορίες μου, το άτομο αυτό κατέθεσε “εμπιστευτική επιστολή” στη γραμματεία της Ελληνικής Κοινότητας Τορόντο με φωτοαντίγραφο της δήθεν “καταδίκης μου” και ζητούσε από την τότε διοίκηση να μη επιτραπεί η συμμετοχή μου σε καμία κοινοτική εκδήλωση. Παράλληλα στις δημόσιες εμφανίσεις του με κατηγορούσε ότι αυτά που έγραφα ήταν τόσο εξοργιστικά “που του θύμιζαν πολλαπλή επανάληψη ηχογραφημένης ταινίας μαγνητοφώνου”. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφέρω, απλά για την τάξη και μόνο, ότι στον περί ου ο λόγος ομογενή, δόθηκε άδεια λειτουργίας πρακτορείου ΠΡΟ-ΠΟ, συμμετοχή σε κάποια εταιρία “φέρι” και τέλος άδεια ραδιοφωνικού σταθμού στην Ελλάδα, η οποία όμως τελικά του κόστισε κάποια ποινική καταδίκη για συκοφαντία εναντίον κάποιου άλλου θύματός του. Ήταν το ίδιο αυτό άτομο, εξ άλλου, που σε κάποια άλλη περίπτωση μου επιτέθηκε και χειροδίκησε εναντίον μου, με αποτέλεσμα να βρεθεί κατηγορούμενος στο δικαστήριο όπου όμως είχε την ατυχία να παρουσιάσει αντίτυπο της “θρυλικής” πλέον καταδίκης μου. Σε απάντηση παρουσίασα στον δικαστή μια σειρά πιστοποιητικών ποινικού μητρώου, τα οποία πιστοποιούσαν ότι το ποινικό μου μητρώο ήταν λευκό και ότι δεν είχα καμία σχέση με το έγγραφο εκείνο. Με την ευκαιρία εκείνης της δίκης πληροφορήθηκα και την ταυτότητα του ατόμου που εξουσιοδοτήθηκε να κυκλοφορήσει στο Καναδά, τα περί καταδίκης μου. Το σπουδαίο είναι ότι ενώ ο ένας από τους δύο είναι γνωστός οπαδός της άκρας δεξιάς και υπήρξε στέλεχος της περίφημης φίλο-δικτατορικής “αδελφότητας” του Τορόντο, ο δεύτερος καυχιόταν ότι ανήκε στα προοδευτικό δημοκρατικό κίνημα του ΠΑΣΟΚ. Ένα γεγονός το οποίο διαβεβαιεί την φύση και τον χαρακτήρα εκείνων που είναι πλασμένοι να έρποντα σαν γυμνοσάλιαγκες πάνω στις ακαθαρσίες της διαφθοράς του απρόσωπου πολιτικού κατεστημένου. Αλλά όμως πέραν όλων αυτών των αισχροτήτων, η  δυσφημιστική αυτή προσπάθεια εναντίον μου συνεχίστηκε και κατά διαστήματα παρουσίασε έξαρση τέτοια έξαρση που πολλές φορές διερωτώμαι πως τόσο εγώ όσο και η οικογένειά μου κατορθώσαμε να την υπομείνουμε.                                    

Σε μία από αυτές εκδότης ομογενειακού εντύπου δημοσίευσε ολόκληρη την φωτοτυπία της καταδίκης, πιστεύοντας προφανώς ότι έτσι θα είχα εξαφανιστεί από το “πρόσωπο της γης”. Μολονότι αρκετοί φίλοι με συμβούλευσαν να στραφώ δικαστικά εναντίον του, η απάντησή μου ήταν ότι δεν είχα καμία διάθεση να περιπλακώ σε δικαστήρια με “ξεβράκωτους και αγράμματους παρακρατικούς και τραμπούκους”. Δεν άξιζε τα έξοδα και ούτε τον κόπο, απεναντίας μάλιστα θα το θεωρούσαν τιμή τους το ότι είχα ασχοληθεί μαζί τους.

                         Μια έκφραση Αθλιότητας

Μερικούς μήνες αργότερα  βρισκόμουν στο τυπογραφείο του Δημήτρη Αϊβαλή, όπου ο συνεργάτης μου Χρήστος Γουγάς, ένα σπουδαίο στέλεχος της επιθεώρησης, σελιδοποιούσε την ύλη για την μηνιάτικη έκδοση. Εγώ με τον Δημήτρη παρακολουθούσαμε λέγοντας τα γνωστά ανέκδοτα του τυπογραφείου.

Ξαφνικά στην είσοδο του κτιρίου εμφανίστηκε ο ομογενής Δημήτρης Μανταλάς, εκδότης παροικιακού σατιρικού έντυπου. Μας χαιρέτισε και όταν βρέθηκε κοντά μας  δήλωσε ότι “ερχόταν από κάποια σύσκεψη η οποία είχε εμένα ως αντικείμενο.”

Τι εννοείς τον ρώτησα. Το θέμα ήταν, μου δήλωσε, πως θα σε  βγάλουν από τη μέση για να πάψεις να δημιουργείς προβλήματα με το Μακεδονικό. Υπήρξε μάλιστα κάποια πρόταση να “επιστρατεύσουν κάποιον κομψό και ωραίο μάγκα, τύπο των γυναικών, και να τον πληρώσουν να διπλαρώσει τη γυναίκα σου και να δημιουργήσει σχέσεις μαζί της. Πιστεύουν ότι μόνον έτσι με μια παρόμοια ξευτίλα και ντροπή  τελικά θα χαθείς τελείως από τον παροικιακό χώρο και επιτέλους θα ησυχάσουν όλοι.”

“Το μόνο που έχω να σου πω Σάρα,” μου τόνισε ο Δημήτρης Μανταλάς, “είναι πρόσεχε τον εαυτό σου και τη γυναίκα σου, επειδή αυτοί είναι αποφασισμένοι για όλα.”

Χαμογέλασα και ρώτησα τον συνομιλητή μου να μου πει ποιος άλλος συμμετείχε στην συνεδρίαση αυτή. Όταν άκουσα τα ονόματα γέλασα. Καλό αυτό δήλωσα, ομολογώ ότι τα άτομα αυτά γνωρίζουν τι θα πει συζυγικό κεράτωμα.

Ήταν ένα νέο σκαλοπάτι στην πορεία ηθικής πτώσης εκείνων που πίστεψαν ότι θα μπορούσαν να δαμάσουν το αγωνιστικό μας φρόνημα ώστε να αφεθούν ελεύθεροι στο καταστρεπτικό έργο τους αποποίησης των δικαίων της Μακεδονίας.

Η επιθεώρηση Πατρίδες, όπως είναι γνωστό κυκλοφορεί και στην Αθήνα μέσω του συνεργάτη μας Στέφανου Σωτηρίου, ο οποίος και παραλαμβάνει το έντυπο κάθε μήνα από το διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας και φροντίζει να το διαμοιράσει. Σε μια από αυτέ τις αποστολές έλαβα ένα ξαφνικό τηλεφώνημα από τον Στέφανο ο οποίος μου δήλωσε ότι ο υπεύθυνος ασφάλειας του αεροδρομίου κατακρατούσε τα φύλλα επειδή έλαβε ένα τηλεφώνημα από το γενικό προξενείο του Τορόντο από την πρόξενο Παπαδοπούλου, η οποία του ζήτησε να μην επιτρέψει την είσοδο του εντύπου “επειδή έκανε αντεθνική προπαγάνδα”.

Κάλεσα αμέσως τον υπεύθυνο του αεροδρομίου και του ζήτησα εξηγήσεις. “Εμείς δεν φταίμε σε τίποτα κύριε Σάρα”, μου δήλωσε, “η πρόξενος είναι εκείνη που μας το ζήτησε.” Γιατί δεν διαβάζεις το φύλλο για να δεις και μόνο σου το “ανθελληνικό του περιεχόμενο” του πρότεινα. Το έκανα από μόνος μου κ. Σάρα, μου απάντησε, μελέτησα ολόκληρο το φύλλο και οφείλω να σας συγχαρώ και να σας ευχαριστήσω για το έργο που κάνετε εσείς και οι συνεργάτες σας.

Την ίδια μέρα ζήτησε συγνώμη από τον Στέφανο και του παρέδωσε την επιθεώρηση.  Όπως ήταν επόμενο την ίδια μέρα αναφέρθηκα στην υπηρεσία της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, η οποία όμως αρνήθηκε ότι είχε κάνει κάτι παρόμοιο.

Η ιστορία της προξένου Παπαδοπούλου ξεκίνησε εξ αιτίας αρθρογραφίας μου για τον απαράδεκτο τρόπο αποβολής από το προξενικό κατάστημα των μελών διοίκησης συλλόγου δίγλωσσων συνπάροικων, τους οποίους οι”αιώνιοι ρουφιάνοι” πληροφοριοδότες των διπλωματών, είχαν κατηγορήσει ότι συνεργαζόταν με το κίνημα των σλαβόφωνων “Ενωμένων Μακεδόνων” . Ήταν μια πρόστυχη και απαράδεκτη κατηγορία εναντίον τιμίων και αγνών Ελλήνων πολιτών του μακεδονικού κάμπου, οι οποίοι δίδαξαν στα παιδιά και τα εγγόνια τους την Ελληνική γλώσσα, σε αντίθεση με τους κατήγορους τους.

Λόγω χώρου ωστόσο είμαι υποχρεωμένος να επανέλθω και πάλι στην επόμενη έκδοση της επιθεώρησης.

                                           Μια νέα Μαρτυρία

Ήταν μια Παρασκευή απόγευμα και εργαζόμουν στο γραφείο μου πάνω στην αρθρογραφία του μήνα. Ξαφνικά κτύπησε το τηλέφωνο μου. Απάντησα. Ήταν ο γνωστός ομογενής από το Χάμιλτον, Χαραλαμπόπουλος. Ένας δραστήριος ομογενής ο οποίος προσέφερε πολλά στην Παν-Μακεδονική του Χάμιλτον και κυρίως στη νεολαία της οργάνωσης. Μολονότι δεν τον γνώριζα προσωπικά, άκουγα επαινετικά λόγια για το έργο του. Ο συνομιλητής μου παρακάλεσε να τον δεχθώ στο γραφείο μου, πράγμα που έγινε. Στην συζήτηση που ακολούθησε ελέχθησαν πολλά στα οποία όμως δεν μπορώ να αναφερθώ για λόγους καθαρά σεβασμού της αξιοπρέπειας των διπλωματών, πολλοί των οποίων είναι άνδρες με ακέραιο χαρακτήρα, οι δε ελάχιστοι ευτυχώς αποτελούν την “κόπρο του Αυγείου”. Μεταξύ άλλων, ωστόσο, μου δήλωσε ότι  τον περασμένο Μάρτη, είχε λάβει εντολή από τον τότε γενικό πρόξενο της Ελλάδας στο Τορόντο να μου βγάλει μια φωτογραφία την ώρα που θα μιλάω με τους διαδηλωτές Σλάβους, “για να με γαμήσει”. Με την ευκαιρία των εορτασμών της εθνικής παλιγγενεσίας των Ελλήνων την 25 του Μάρτη, ως γνωστόν, οι “Ενωμένοι Μακεδόνες” διοργάνωναν διαδηλώσεις διαμαρτυρίας έξω από το κατάστημα του προξενείου της Ελλάδας. Η επιθεώρηση έδινε δημοσιότητα κάθε φορά στην εκδήλωση, την οποία όμως έκρυβαν από την Αθήνα οι διπλωμάτες της.

Δίδοντας λοιπόν μια φωτογραφική μηχανή στον Χαραλαμπόπουλο ο γενικός πρόξενος δεν του ζήτησε να βγάλει φωτογραφίες από τους διαδηλωτές, αλλά μάλλον από τον Θωμά Σάρα την ώρα που μιλάει με τους διαδηλωτές “για να τον γαμήσει”, σύμφωνα με την έκφραση του συνομιλητή μου.

Για άλλη μια φορά οι διπλωμάτες της Ελλάδας ήλθαν να μου αποδείξουν την τελεία ασέβεια τους στις αρχές της ελεύθερης έκφρασης και της δημοκρατίας.

Για το γεγονός αναφέρθηκα στους προϊσταμένους τους στην Αθήνα. Ίσως θα έπρεπε να ενημερώσω και τις υπηρεσίες ασφάλειες του Καναδά, τελικά αποφάσισα να μην το κάνω τουλάχιστον για άλλη μια φορά, μολονότι αισθανόμουν ντροπή για την κακοποίηση κάθε έννοιας της δημοκρατίας.

Πάνω σε αυτό όμως θα επανέλθω στην επόμενη έκδοση της επιθεώρησης.