The strong voice of a great community
Ιούνιος 2006

Πίσω στο ευρετήριο

 

Τουρκία: “Υπό τη σκιά των Στρατηγών”.

                                   Του Θωμά Στεφ. Σάρα

 

 

Ο δρόμος προς την Ευρώπη αρχίζει πλέον να προβληματίζει σοβαρά την Άγκυρα. Το γεγονός της προϋπόθεσης του περιορισμού του ρόλου των στρατηγών στους στρατώνες τους και την απομάκρυνσή τους από τη πολιτική ζωή της χώρας, διαμορφώθηκε σε ένα τεράστιο εμπόδιο το οποίο όχι μόνο προβλημάτισε το στρατιωτικό παρακράτος της Άγκυρας μα ακόμα περισσότερο δημιούργησε ψυχολογία αμφιβολιών και σκεπτικισμού μεταξύ της πολιτικής ηγεσίας και του στρατιωτικού παρακράτους.

Τους τελευταίους κυρίως μήνες η κατάσταση αυτή είχε ουσιαστικά μεγαλώσει σε τέτοιο σημείο ώστε να περάσει τα περιθώρια της πολιτικής κρίσης. Ήταν μια πάλι την οποία ήταν υποχρεωμένη να δίδει καθημερινά η κυβέρνηση Ερντογάν, ενώ από τη δική τους πλευρά οι στρατηγοί έκαναν οτιδήποτε δυνατό προκειμένου να δημιουργήσουν αισθήματα κινδύνων στη κοινή γνώμη.

Η διαμάχη αυτή δυνάμωσε ακόμη περισσότερο εξ αιτίας της πιθανότητας υποψηφιότητας του πρωθυπουργού για το αξίωμα του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας. Ήταν πλέον βέβαιο ότι κάτω από αυτές τις διαμορφώσεις οι δύο ηγετικοί παράγοντες της χώρας φερόταν σε ανοικτή σύγκρουση.

Μέσα στα πλαίσια αυτών των διαμορφώσεων η στρατιωτική ηγεσία του παρακράτους προσπάθησε να δημιουργήσει νέα εμπόδια στην κυβέρνηση, στέλνοντας άνδρες του Τουρκικού στρατού στο βόρειο Ιράκ, προκειμένου να “προστατεύσουν” τους εκεί Τουρκομάνους από την πιθανή “καταπίεση” των Κούρδων της περιοχής. Η ενέργεια αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την διαμαρτυρία της κυβέρνηση του Ιράκ, το παρεμβατισμό της Ευρώπης και της Ουάσιγκτον οι οποίοι υπέδειξαν στην  Άγκυρα ότι μια παρόμοια πρακτική είναι απαράδεκτη. Παρ’ όλα αυτά ανακοίνωση του Τουρκικού ΥπΕξ τόνιζε ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας στο βόρειο Ιράκ πρόκειται να παραμείνουν εκεί για όσο διάστημα θα συνεχίσει να υπάρχει ο κίνδυνος κατατεμαχισμού της χώρας από τους επαναστάτες του Κουρδικού πατριωτικού μετώπου.

Με αφορμή τις φιλοδοξίες του Ιράν να αποκτήσει τη δική του πυρηνική βόμβα και την άρνηση της Τεχεράνης να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις της διεθνούς κοινότητας με επακόλουθο την πιθανότητα θερμής σύγκρουσης στη περιοχή, για άλλη μια φορά η Τουρκία βρέθηκε στο επίκεντρο της διεθνούς διπλωματίας, καθώς η στρατηγική θέση της δημιουργούσε μοναδικές συνθήκες για την εξυπηρέτηση αυτών των σχεδίων.

Στο τομέα των σχέσεων της Άγκυρας με την Ευρώπη, όπως ήταν επόμενο άρχισαν να δημιουργούνται προβλήματα καθώς η κυβέρνηση της Άγκυρας προσπάθησε να ξεφύγει από τις υποχρεώσεις της έναντι των νέων μελών της Ευρώπης και της Κύπρου, με την άρνησή της αποδοχής του ειδικού πρωτόκολλου. Είναι δε βέβαιο ότι με αφορμή αυτή την άρνηση της Άγκυρας, υποχρεώθηκε η Αθήνα να πάρει καθαρά αρνητική θέση έναντι των προθέσεων της γείτονός της. Η θέση αυτή εκφράστηκε με δηλώσεις της Ελληνίδας ΥπΕξ η οποία δήλωσε ότι η τελωνειακή σύνδεση της Κύπρου με την Τουρκία δεν είναι υπόθεση διαπραγματεύσιμη αλλά μάλλον υποχρέωση της τελευταίας εάν πραγματικά υπολογίζει στη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή οικογένεια.

Παράλληλα με την ευκαιρία συνάντησης στη Σόφια της Βουλγαρίας με τον Τούρκο ομόλογό της Αβδουλλάχ Γιούλ, η Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος, έφερε θέμα λειτουργίας της Σχολής της Χάλκης, σύμφωνα με δημοσίευμα της Τουρκικής ημερήσιας ο Τούρκος συνομιλητής της κ. Μπακογιάννη απέρριψε οποιαδήποτε συζήτηση για την επαναλειτουργία της σχολής.

Με αφορμή τις εκδηλώσεις για τη γενοκτονία των Αρμενίων από τους Οθωμανούς, ο ομοσπονδιακός Πρωθυπουργός του Καναδά με δηλώσεις του καταδίκασε την γενοκτονία και ζήτησε από την Τουρκία να προχωρήσει σε αναγνώριση του εγκλήματος αυτού κατά της ανθρωπότητας. Σαν “αντίδραση διαμαρτυρίας” η Άγκυρα ανακάλεσε το Πρέσβη της από τον Καναδά, για να τον ξαναστείλει ωστόσο πίσω μέρες αργότερα.

Με δηλώσεις του ο Πρόεδρος του Ιράκ Ζαλάλ Ταλαμπανή, τόνισε τη πίστη του ότι η Ουάσιγκτον δεν πρόκειται να επιτρέψει στη Τουρκία να παραβιάσει με τα στρατεύματά της τη συνοριακή γραμμή του Ιράκ στη προσπάθειά της να σταματήσει τους Κούρδους μαχητές.

Όταν στις αρχές του Μάη στην Αθήνα έγιναν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου της Γενοκτονίας των Ποντίων η Άγκυρα αντέδρασε με επίσημη διαμαρτυρία προς την κυβέρνηση των Αθηνών. Σύμφωνα με δημοσίευμα της Τουρκικής “Χουριέτ”, η Άγκυρα ισχυρίσθηκε ότι παρόμοιες κινήσεις “απειλούν να καταστρέψουν τις καλές σχέσεις των δύο χωρών”.

Παράλληλα με προκλητικές δηλώσεις ο πρωθυπουργός της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απείλησε με τη λήψη μονομερών μέτρων από πλευράς Τουρκίας εάν η Κυπριακή Δημοκρατία δεν δεχόταν συμβιβασμούς για την άρση της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων.

Οι δηλώσεις αυτές του Τούρκου επισήμου δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για το μέτωπο στο εσωτερικό της Τουρκίας και την προσπάθεια του τελευταίου να καταπραΰνει τα πνεύματα του παντοδύναμου στρατιωτικού παρακράτους.

Από την ώρα εκείνη για τους πολιτικούς παρατηρητές η υπόθεση της δημοκρατίας στη Τουρκία αποτελούσε απλώς θέμα τυπικών εξελίξεων, καθώς το στρατιωτικό κατεστημένο άρχισε φανερά να εναντιώνεται στα σχέδια των πολιτικών. Πηγές προσκείμενες στα Ηνωμένα Έθνη υποστήριζαν την περασμένη εβδομάδα ότι για την τελική κατάλυση του συστήματος το μόνο που απομένει είναι η σχετική ευκαιρία προκειμένου να αιτιολογηθεί το διάβημα των στρατιωτικών. Μέσα στα πλαίσια, εξ άλλου, αυτών των εξελίξεων στα τέλη του Μάη πραγματοποιήθηκαν ανοικτές παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Ελλάδος πάνω από το Αιγαίο, στην πραγματικότητα και σύμφωνα με τις προβλέψεις του διεθνούς Δικαίου, αυτές αντιστοιχούσαν σε εισβολή, λόγω της μεγάλης κλίμακας των εισβολέων  και προκλητικότητας τους. Σε αναχαίτιση των εισβολέων έσπευσαν αεροσκάφη της πολεμικής αεροπορίας της Ελλάδος με αποτέλεσμα την εμπλοκή των δύο αντιπάλων δυνάμεων σε εικονική αερομαχία. Πηγές της Ουάσιγκτον αναφέρουν ότι όταν ο Έλληνας πιλότος άρχισε να πραγματοποιεί επικίνδυνους ελιγμούς κοντά στο αεροσκάφος της Τουρκίας, ο Τούρκος πιλότος έκανε χρήση των όπλων του “γαζώνοντας” στην κυριολεξία τον αντίπαλό του Έλληνα πιλότο. Προκειμένου δε να αποφευχθούν συνέπειες από την κίνηση ο Τούρκος πιλότος διατάχθηκε να βάλει σε πορεία σύγκρουσης το αεροσκάφος του προκειμένου να αποφευχθούν περαιτέρω επιπλοκές. Πράγμα που έγινε. Το γεγονός όμως αυτό δεν είναι ούτε το πρώτο ούτε και το μοναδικό του είδους. Σύμφωνα με δημοσίευμα της τουρκικής  Σαμπάχ, τον Οκτώβρη του 1996 Τούρκος πιλότος της πολεμικής αεροπορίας έχασε τη ζωή του κτυπημένος από πύραυλο ελληνικού πολεμικού αεροσκάφους. Το Νοέμβριο του 2004 αεροσκάφος των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδος “έκλεισε” στο ραντάρ του αντίπαλο της Τουρκίας με αποτέλεσμα το τουρκικό να ανοίξει πυρά εναντίον του ελληνικού. Η αλήθεια είναι ότι ουδέποτε ο Ελληνικός λαός πληροφορήθηκε αυτά τα τραγικά γεγονότα.  Σύμφωνα με σχετική αρθρογραφία των εφημερίδων των Αθηνών, εξ άλλου, από το 1977 και μέχρι σήμερα η Τουρκία έχασε σε παρόμοιες αερομαχίες 146 αεροσκάφη της και τουλάχιστον 91 Τούρκοι πιλότοι έχασαν τη ζωή τους. Από την πλευρά της Ελλάδος ο αριθμός αυτός υπολογίζεται σε 197 αεροσκάφη και 115 Έλληνες πιλότους. Η οικονομική ζημία αυτών των αερομαχιών για το διάστημα αυτό υπολογίζεται σε 6.5 δις Ευρώ μόνον για την Ελλάδα.

Μολονότι το γεγονός της αερομαχίας δεν ήταν το πρώτο μεταξύ των δύο χωρών, πολιτικοί παρατηρητές πιστεύουν ότι αποτελούσε ένα κάποιο είδος πρόκλησης για τη δημιουργία θερμού επεισόδιου το οποίο θα έδιδε στους θερμοκέφαλους του επιτελείου στρατού της Άγκυρας μια  ευκαιρία για τη χρήση των τεθωρακισμένων και τη κατάλυση του κοινοβουλίου. Λέγεται ότι η Άγκυρα διαθέτει σχέδια στρατιωτικής δράσης ενάντια στην Ελλάδα σύμφωνα με τα οποία οι ένοπλες δυνάμεις της μέσα σε διάστημα τεσσάρων μόνο ωρών θα έχουν καταλάβει και θα βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή τη λογική των στρατοκρατών της Άγκυρας αξίζει τη θυσία μερικών χιλιάδων ανδρών των ενόπλων δυνάμεων της Τουρκίας προκειμένου να ρυθμισθούν μια και για πάντα οι μεταξύ των δύο διοικήσεων διαφορές. “Εάν καταληφθεί η Αθήνα”, ισχυρίζεται κυβερνητικός παράγων των Τουρκοκυπρίων, “η Ελλάδα και οι σύμμαχοί της θα είναι εκείνοι που θα παρακαλούν για τη σύναψη συνθήκης “άνευ όρων”. Κάτι που η Τουρκία θα αποδεχθεί με την επιβολή όρων που θα προστατεύουν τα συμφέροντά της στο Αιγαίο, την Κύπρο, την Θράκη και την Κρήτη”. Δυστυχώς σήμερα δεν είναι δυνατόν στο πολιτικό αναλυτή να γνωρίζει μέχρις ποιού σημείου είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν οι στρατηγοί, οι οποίοι ανησυχούν με τα γεγονότα των Κούρδων, την διεθνή απομόνωση των κατεχόμενων της Κύπρου, τις διεθνείς επιτυχίες των Αρμενίων στην υπόθεση της γενοκτονίας και τέλος ο φόβος τους για τη δημιουργία μιας παρόμοιας εκστρατείας από τους Πόντιους.

Το γεγονός εξ άλλου της αποδοχής παραχώρησης,- από τη τελευταία γενιά των Ελλήνων πολιτικών που έφυγαν-, εδαφών ελληνικής επικυριαρχίας στην Άγκυρα, με αντάλλαγμα την αποδοχή της τελευταίας για τη δημιουργία Κουρδικού κράτους, και την απροθυμία των σημερινών κυβερνήσεων των Αθηνών να προχωρήσουν προς αυτή τη κατεύθυνση, δεν επιτρέπει καμιά αμφιβολία για τις προθέσεις των στρατηγών να απαιτήσουν με τα όπλα εκείνα που θεωρούν δικά τους. Το μοναδικό εμπόδιο την ώρα αυτή παραμένει η πολιτική ηγεσία της Τουρκίας, ο φόβος των αντιποίνων της Ευρώπης και φυσικά η έστω και σιωπηρή αποδοχή της Ουάσιγκτον. Με δεδομένο τον υπολογισμό δημιουργίας νέου πολεμικού μετώπου στο Ιράν, το φθινόπωρο του 2006, (γίνεται λόγος για τον Οκτώβρη του 2006), οι Τούρκοι στρατοκράτες πιστεύουν ότι κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν θα έχει η Δύση την πολυτέλεια να αντιδράσει στο κίνημά τους με αποτέλεσμα την “επαναφορά” της χώρας σις παλαιές αξίες του κεμαλισμού με τους ίδιους αδιαμφισβήτητους άρχοντες και ρυθμιστές των τυχών της πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας.

Αυτός είναι και ο λόγος που η σκιά των στρατηγών μεγαλώνει κάθε βράδυ και ποιό δυνατή έτοιμη να  ξαναρίξει τη χώρα στο χάος της βίας και της ασυδοσίας. Να γιατί η Αθήνα ανησυχεί περισσότερο και από την εκλεγμένη κυβέρνηση της Άγκυρας για τις πιθανές επιπτώσεις πάνω της, ύστερα από τη διάθεση χιλιάδων δολαρίων για τη καλλιέργεια του μύθου της “Έλληνο-Τουρκικής φιλίας” και των βραβείων Ιππεκτσί, των δημοσιογράφων του Αιγαίου, της αδελφότητας των Ελλήνων και Τούρκων δημοσιογράφων και όλους τους άλλους πεμπτοφαλλαγγίτες των ημερών.