The strong voice of a great community
Ιούνης, 2008

Πίσω στο ευρετήριο

  

Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής: “το όνειρο μιας πιθανής αλλαγής.”

                        Του ΘΩΜΑ ΣΤΕΦ. ΣΑΡΑ

 

Για την γενιά της δεκαετίας του 1960, ο Λευκός Οίκος απλώς αποτελούσε το όνειρο των καταπιεσμένων έγχρωμων πολιτών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Έτσι τουλάχιστον εκφράστηκε στο νόημα της ομιλίας του μεγάλου αγωνιστή για τα ανθρώπινα δικαιώματα και της ισότητας όλων των πολιτών της μεγάλης δημοκρατίας,  Μάρτιν Λούθερ Κιγκ.

Μισό αιώνα αργότερα, ωστόσο, για πρώτη φορά στην ιστορία  της χώρας, το όραμα του μεγάλου εργάτη και αγωνιστή για την αποδοχή και σεβασμό των δικαιωμάτων και ελευθεριών όλων των πολιτών, αφήνει να διαφανεί στον ορίζοντα η μεγάλη πιθανότητα της εκλογής στο Λευκό Οίκο ενός έγχρωμου πολίτη.

Μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας των προκριματικών εκλογών για την ανάδειξη του υποψηφίου για την προεδρεία  των δημοκρατικών, ο γερουσιαστής Μπάρακ Ομπάμα, έφθασε τόσο κοντά στην απόκτηση του τίτλου του υποψηφίου προέδρου, ώστε μπορεί πλέον  να χαρακτηριστεί ως ο “επίσημος υποψήφιος των δημοκρατικών για την προεδρεία των ΗΠΑ”. Μιλώντας στους οπαδούς του κόμματος του στην Άιοβα, όπου βρέθηκε για να τονίσει τη σημασία της πρώτης του νίκης για την εκλογική του προσπάθεια ο Ομπάμα, δήλωσε ότι “έχουμε την πλειοψηφία των εκλεκτόρων οι οποίοι εκλέγονται απ’ ευθείας από τα μέλη” και ευχαρίστησε τους δημοκρατικούς ψηφοφόρους που του εμπιστεύτηκαν τη ψήφο τους δίδοντας του την ευκαιρία να κατακτήσει το χρίσμα. “Σε αυτή τη πολιτεία ξεκινήσαμε τα πρώτα βήματα ενός απίστευτου ταξιδιού προκειμένου να αλλάξουμε την Αμερική”, τόνισε ο Γερουσιαστής Ομπάμα. Ήδη για τον γερουσιαστή η προεκλογική εκστρατεία των προκριματικών έχει τελειώσει ο δε ίδιος έχει ριχτεί στην παλαίστρα για τη διεκδίκηση του λευκού Οίκου. Αυτός είναι και ο λόγος που ο γερουσιαστής Ομπάμα έστρεψε τα βέλη του αποκλειστικά εναντίον του αντιπάλου του υποψηφίου των Συντηρητικών Τζον ΜακΚέην, υποστηρίζοντας ότι η τελική μάχη του  Νοέμβρη θα δοθεί ανάμεσα στους δύο άνδρες πάνω στην ιδέα ανατροπής του πολιτικού σκηνικού με την αλλαγή που υπόσχεται ο ίδιος. “Πρόκειται για μια μάχη ανάμεσα στο μέλλον και το παρελθόν”, τόνισε ο Ομπάμα, υπονοώντας ότι ο αντίπαλος του ανήκει στο Αμερικανικό παρελθόν. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο χαρισματικός αυτός πολιτικός απολαμβάνει την εμπιστοσύνη και υποστήριξη μεγάλων ομάδων και πιθανώς της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος των Δημοκρατικών της χώρας, διαθέτει επίσης ένα σημαντικό οικονομικό ταμείο και το σπουδαιότερο την υποστήριξη των μεγαλυτέρων ονομάτων του κατεστημένου των Δημοκρατικών των ΗΠΑ και του Χόλιγουντ. Ο υποψήφιος Μπάρακ Ομπάμα, χαίρει επίσης μεγάλης διεθνούς εκτίμησης εξ αιτίας των γνωστών θέσεων του των σχετικών με την αντιμετώπιση της γενοκτονίας του Νταρφούρ του Σουδάν.

Μολονότι ορισμένοι πολιτικοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι το νεαρό της ηλικίας του και η σχετική αδυναμία του από την έλλειψη εμπειρίας πάνω στην διεθνή πολιτική πραγματικότητα, δημιουργούν σοβαρά προβλήματα και εμπόδια στη κούρσα του υποψηφίου για την κατάκτηση του Λευκού Οίκου, είναι βέβαιο ότι εάν ο τελευταίος κατορθώσει να συνενώσει τους δημοκρατικούς κάτω από την δική του σημαία, η κατάκτηση του στόχου θα αποτελέσει μια εύκολη επιτυχία. Άλλοι παρατηρητές διερωτώνται εάν ο νεαρός υποψήφιος έχει την απαιτούμενη θέληση και δύναμη για να ξεπεράσει τα λοφία και τις παγίδες του Αμερικανικού πολιτικού συστήματος.

Ποιος είναι ο Μπαράκ Ομπάμα.

Ο υποψήφιος των Δημοκρατικών της Αμερικής είναι γιος Αμερικανού μετανάστη από την Κένυα της Αφρικής και Αμερικανίδας μητέρας. Γεννήθηκε στη Χαβάη το 1961. Μετά το διαζύγιο των γονιών του  έζησε για ορισμένα χρόνια στην Ινδονησία. Είναι κάτοχος πτυχίου Πανεπιστημιακών σπουδών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και διέθεσε αρκετά χρόνια εργαζόμενος με εκκλησιαστικές ομάδες για την βοήθεια των πτωχών του Σικάγο, στη πολιτεία του Ιλλινόης. Ο Ομπάμα, όπως και οι περισσότεροι των υποψηφίων για το προεδρικό αξίωμα, άσκησε δικηγορία και υπήρξε ο πρώτος Αμερικανός Αφρικανικής καταγωγής που εξέλεγε πρόεδρος της αξιόλογης Νομικής Επιθεώρησης του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, από όπου έλαβε και το πτυχίο της Νομικής Σχολής. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Χάρβαρντ επέστρεψε στο Σικάγο όπου δίδαξε και εργάσθηκε ως δικηγόρος πάνω σε υποθέσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πριν εκλεγεί ως γερουσιαστής του αντίστοιχου σώματος της πολιτείας του Ιλλινόης το 1997. Το 2004, ο Ομπάμα εξέλεγε γερουσιαστής του ομοσπονδιακού σώματος, ήταν ο τρίτος Αμερικανός Αφρικανικής καταγωγής που κατόρθωσε αυτόν τον άθλο, ύστερα από τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που επήλθαν στην Αμερικανική κοινωνία στα τέλη του 19οθ αιώνα, όπως ακριβώς ο ίδιος υποστηρίζει στην ηλεκτρονική του σελίδα στο διαδίκτυο. Η αναμονή των προθέσεων του να θέσει υποψηφιότητα για το χρίσμα των Δημοκρατικών, δημιούργησε ένα πραγματικό κίνημα του τύπου και χιλιάδες αιτιάσεις και ερωτήσεις των δημοσιογράφων, σχετικά με τις προθέσεις του. Όταν τελικά δήλωσε την υποψηφιότητά του, δημιουργήθηκε μια πραγματική καταιγίδα του Τύπου καλύπτοντας κάθε βήμα και κάθε στιγμή της ζωής του. Ο νεαρός και χαρισματικός Γερουσιαστής χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως η νέα μορφή των Δημοκρατικών. Ο Γερουσιαστής κατά την μακρά περίοδο των προκριματικών εκλογών είχε την ευκαιρία και υπομονή να ξεκαθαρίσει απόλυτα τις ιδέες και τα πιστεύω του γύρω από τις διεθνείς σχέσεις των ΗΠΑ. Η περίοδος αυτή υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες για την διεθνή κοινότητα τις σχετικές με τις πολιτικές εξελίξεις των ΗΠΑ. Άσκησε ανοικτή κριτική για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Δαρφούρ, επισκέφθηκε καταυλισμούς πολιτικών φυγάδων της περιοχής στο  Σαδ και απηύθυνε εκκλήσεις στην διοίκηση του προέδρου Μπούςς να κάνει ότι μπορεί προκειμένου να σταματήσει τις δολοφονίες αθώων πολιτών. “Μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες , συνεργαζόμενες από κοινού με σημαντικά κράτη, έχουν τη δυνατότητα και τις πηγές που απαιτούνται προκειμένου να πείσουν το Καρτούν να αλλάξει τρόπους αντιμετώπισης αυτών των θεμάτων”, έγραψε σε ένα άρθρο του στην εφημερίδα Ουάσιγκτον Ποστ, το 2005. Στη διαμάχη μεταξύ των Ισραηλινών και Παλαιστηνίων  ο Ομπάμα  παρουσιάζεται ότι υποστηρίζει περισσότερο από κάθε άλλον υποψήφιο τους Παλαιστηνίους, σύμφωνα έκφραση του κατά την διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας  ότι: “Κανείς δεν υποφέρει περισσότερο από τον Παλαιστινιακό λαό”. Ήταν μια δήλωση την οποία καταδίκασαν αμέσως όλοι οι φίλο Ισραηλινοί πολιτικοί των ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα ήταν να υποχρεωθεί ο Ομπάμα να γίνει ποιο συμβατικός, στην προσπάθεια του να αποσπάσει την υποστήριξη της πλούσια κοινότητας των Εβραίων των Ηνωμένων Πολιτειών από την αντίπαλό του Κλίντον. Σε μια δε προσπάθειά του να τονίσει αυτή του την πολιτική ,μεταβολή ο υποψήφιος δήλωσε αργότερα ότι ειρήνη στη Μέση Ανατολή μπορεί να υπάρξει μόνον όταν υπάρξουν Παλαιστίνιοι διαπραγματευτές οι οποίοι θα καταδικάσουν την βία.

Ο ίδιος επίσης καταδίκασε το πόλεμο στο Ιράκ, ζητώντας την σταδιακή και γρήγορη αποχώρηση των Αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, ζήτησε δε από την Αμερικανική διοίκηση να αρχίσει απ’ ευθείας συνομιλίες πάνω σις προθέσεις του τελευταίου να δημιουργήσει πυρηνικό πρόγραμμα. Παράλληλα ζήτησε την διεξαγωγή συνομιλιών με την Βόρεια Κορέα και την Συρία, δύο χώρες οι οποίες χαρακτηρίστηκαν σαν μέλη του “Σατανικού άξονα”, από την Συντηρητική διοίκηση του Μπούςς.

Την εσωτερική του πολιτική, ο νεαρός Ομπάμα, την διέγραψε πάνω στις αρχές παροχής καθολικού συστήματος υγείας για όλους τους πολίτες της χώρες, υποσχόμενος την παροχή ενός πολυέξοδου προγράμματος υγείας.

Λέγεται, μεταξύ των πολιτικών κύκλων της Αμερικής ότι ο Γερουσιαστής πρόκειται να επιλέξει την πρώην αντίπαλό του Κλίντον για το αξίωμα του Αντιπροέδρου, όταν τελικά κερδίσει τυπικά και ουσιαστικά το χρίσμα του υποψηφίου των Δημοκρατικών για την διεκδίκηση του Λευκού Οίκου, με αντίπαλό του τον υποψήφιο των Συντηρητικών Τζον ΜακΚέϊν, στις γενικές προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοέμβρη.

Εάν πράγματι συμβεί αυτό με αποτέλεσμα την δημιουργία της τέλειας εκλογικής ομάδας, η οποία θα γεφυρώσει το υφιστάμενο χάσμα μεταξύ των Δημοκρατικών, το οποίο υπήρξε αποτέλεσμα της μακράς πολιτικής διαμάχης  μεταξύ Ομπάμα και Κλίντον, για την διεκδίκηση του χρίσματος του υποψηφίου του κόμματος.

Με τον τρόπο αυτόν, πρόκειται να δημιουργηθεί ένας εκλογικός συνδυασμός ο οποίος θα συμπεριλαμβάνει τους νεαρούς εκλογείς της τελευταίας γενεάς των Αμερικανών ψηφοφόρων με εκείνους των λατινόφωνων ,των συνταξιούχων, των γυναικών και τέλος των οργανωμένων εργατικών σωματείων που είχαν ταχθεί ανοικτά υπέρ της Κλίντον κατά την διάρκεια της προεκλογικής διαμάχης για το χρίσμα του υποψήφιου. Κάτω από αυτές τις συνθήκες πρόκειται να χαθεί και το τελευταίο επιχείρημα  του υποψηφίου των Συντηρητικών ότι ο Ομπάμα  ανήκει στην τάξη των ολίγων και έχει χάσει κάθε επαφή ,με την πραγματικότητα. 

 

Άλλες πληροφορίες αναφέρουν ότι ο υποψήφιος γερουσιαστής για το χρίσμα των Δημοκρατικών Μπάρακ Ομπάμα, στις τελευταίες δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης των Αμερικανών ψηφοφόρων εμφανίζεται να προηγείται του αντιπάλου του από το στρατόπεδο των Συντηρητικών Τζον ΜακΚέιν, κατά οκτώ εκατοστιαίες μονάδες, σε εθνικό επίπεδο. Ο γερουσιαστής Ομπάμα μέχρι προ ημερών παρουσίαζε ίδια ποσοστά προτίμησης  με τον αντίπαλο του κόμματος των Ρεπουμπλικάνων. Ξαφνικά, όμως, τον Μάη παρουσιάστηκε να έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη ποσοστού 48%, έναντι 40% του γερουσιαστή της Αριζόνα.

Υπήρξαν ακόμα  διάφοροι ψίθυροι στις πολιτείες της Αμερικής, ότι δήθεν οι Ρεπουμπλικάνοι ενισχύουν την εκστρατεία Ομπάμα έναντι της Κλίντον, επειδή ακριβώς πιστεύουν ότι θα είναι ευκολότερο για αυτούς να νικήσουν σε μια εκλογική εκστρατεία με αντίπαλο τους έναν μαύρο υποψήφιο. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δημοσκόπηση έγινε  κάτω από τα πυρά που δέχθηκε ο γερουσιαστής Ομπάμα από τον πρόεδρο Μπους εξ αιτίας υπόσχεσής του να συνομιλήσει με ξένους ηγέτες εχθρικά διακείμενους έναντι των ΗΠΑ, όπως είναι το Ιράν, και μάλιστα χωρίς όρους. Παρόλα αυτά οι καθημερινά ραγδαίες πολιτικές διαμορφώσεις του πολιτικού σκηνικού δεν φαίνεται να αφήνουν και πολλά περιθώρια νίκης στους Συντηρητικούς και τον ΜακΚέϊν, ύστερα από την ανοικτή διακήρυξη-υποστήριξη της κυρίας Κλίντον προς τον πρώην αντίπαλό της.